Μαρία Αγρογιάννη
Δήμητρα Σταματέλου
Ο «Ριζοσπάστης» συζητάει με γιατρούς νοσοκομείων της Αττικής για την ανεπάρκεια του συστήματος μπροστά σε ένα επόμενο κύμα της πανδημίας
Η πανδημία ανέδειξε εμφατικά τις τεράστιες ελλείψεις του δημόσιου συστήματος Υγείας, που παραμένει αδύναμο, αθωράκιστο μπροστά στο επερχόμενο δεύτερο κύμα, χωρίς επάρκεια σε προσωπικό, υποδομές, υλικά, με ευθύνη της σημερινής και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων. Οι μεγάλες ελλείψεις παραμένουν, τα όποια μέτρα λαμβάνονται στο πόδι και αποτελούν μπαλώματα. Η απουσία επιτελικού σχεδιασμού, κατάλληλων υποδομών, ιδιαίτερα στο πρωτοβάθμιο επίπεδο, δεν μπορούν να αναπληρωθούν από τις προσπάθειες, από τον καθημερινό αγώνα του υγειονομικού προσωπικού.
Για την κατάσταση στα νοσοκομεία ο «Ριζοσπάστης» συζήτησε με την Μαίρη Αγρογιάννη, επικουρική παθολόγο στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών, και την Δήμητρα Σταματέλου, ειδικευόμενη παθολόγο στο Νοσοκομείο Νίκαιας. Η συζήτηση αναδεικνύει καθαρά ότι ο «χρόνος που κερδήθηκε», όπως λέει η κυβέρνηση, δεν αξιοποιήθηκε για να ενισχυθεί το δημόσιο σύστημα Υγείας, που βρίσκεται «στα ίδια και χειρότερα» μπροστά σε ένα δεύτερο κύμα της πανδημίας.
Υποστελέχωση, «ελαστική» εργασία, προσωρινή απασχόληση
Η κουβέντα ξεκινά με την Δ. Σταματέλου να επισημαίνει πως «ουσιαστικά έχουμε ένα δεύτερο κύμα. Επιβεβαιώνεται από τα μέτρα που ανακοινώνουν, από τα κρούσματα που ανεβαίνουν. Οι υπηρεσίες του ΕΟΔΥ καταγράφουν για συνεχόμενες μέρες τριψήφιο αριθμό κρουσμάτων, που χρειάζεται να αξιολογηθεί συνδυαστικά με τον συνολικό αριθμό δειγμάτων. Αν εστιάσουμε στα δημόσια νοσοκομεία, το ζήτημα που μπαίνει είναι πώς θα ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες και ενώ έχουμε ως δεδομένα ότι από όσους νοσήσουν περίπου το 15% θα χρειαστεί εισαγωγή σε νοσοκομείο, και από όσους νοσηλευτούν το 5% θα χρειαστεί να εισαχθεί σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Τον τελευταίο χρόνο έχει μειωθεί περαιτέρω το μόνιμο προσωπικό κατά περίπου 1.900 άτομα. Η κυβέρνηση το μόνο που έχει κάνει είναι να προσλάβει 400 επικουρικούς (σ.σ. συμβασιούχους) γιατρούς, πανελλαδικά, και μάλιστα για ένα χρόνο αντί για δύο που είχε ανακοινωθεί στην αρχή. Για τους οποίους ο υφυπουργός Υγείας, Κοντοζαμάνης, είχε δηλώσει ότι "δεν χρειάστηκαν τελικά"! Πέρα από το ότι οι συμβάσεις τους έχουν ημερομηνία λήξης, ένας σημαντικός αριθμός από αυτούς δεν αποτελεί επιπλέον προσωπικό, καθώς δούλευαν ήδη και απλώς ανανεώθηκαν οι συμβάσεις τους».
Ακόμα, συμπληρώνει η Μ. Αγρογιάννη, «πήραν 2.700 νοσηλευτές και τραυματιοφορείς, επίσης συμβασιούχους, με δίχρονες συμβάσεις. Πρόκειται για σταγόνα στον ωκεανό καθώς οι κενές οργανικές θέσεις στα νοσοκομεία υπολογίζονται σε 25.000 - 30.000. Και εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι το σύνολο των οργανικών θέσεων είναι αυτές που απαιτούνται σύμφωνα με τους δικούς τους σχεδιασμούς, στο πλαίσιο αυτής της οικονομίας και σε συνθήκες, ας τις πούμε, "φυσιολογικές". Είναι προφανές ότι, ακόμα και με τα δικά τους κριτήρια, οι ανάγκες και άρα οι ελλείψεις σε προσωπικό είναι πολύ μεγαλύτερες σε συνθήκες πανδημίας.
Ο λόγος που δεν γίνονται προσλήψεις αντίστοιχες των αναγκών, ο λόγος που επεκτείνονται οι "ελαστικές" σχέσεις εργασίας και η προσωρινή απασχόληση είναι ο προσανατολισμός της λειτουργίας των δημόσιων νοσοκομείων με γνώμονα τους νόμους της αγοράς.
Το αποτέλεσμα είναι πως βγαίνοντας από το πρώτο κύμα της πανδημίας, ο "χρόνος που κερδήθηκε", όπως λέει η κυβέρνηση, δεν αξιοποιήθηκε για να ενισχυθεί το δημόσιο σύστημα Υγείας. Και αυτό αποδεικνύεται και τώρα. Τους δύο τελευταίους μήνες, που ήταν λιγότερα τα κρούσματα, όχι μόνο δεν έγινε τίποτα για να είμαστε έτοιμοι για το δεύτερο κύμα αλλά έχουμε αποδυναμωθεί ακόμα περισσότερο».
Αντικρουόμενες οδηγίες και μεγάλες ελλείψεις
Με αφορμή πρόσφατη απόφαση του υπουργείου Υγείας, στις 7/8, που επιβάλλει στο σύνολο των δημόσιων νοσοκομείων να νοσηλεύουν επιβεβαιωμένα κρούσματα (μέχρι τώρα γίνεται στα αποκαλούμενα νοσοκομεία αναφοράς, που στην Αττική, για παράδειγμα, ήταν 4), η συζήτηση στράφηκε στις προϋποθέσεις και διαδικασίες που πρέπει να τηρούνται για να μπορεί να συμβεί αυτό και αν τηρούνται.
Να σημειωθεί ότι λίγες μέρες μετά, στις 11/8, η διοίκηση της 1ης ΥΠΕ Αττικής έδωσε αντικρουόμενη οδηγία που λέει ότι τα επιβεβαιωμένα κρούσματα θα νοσηλεύονται μόνο στα νοσοκομεία αναφοράς, επιβεβαιώνοντας την προχειρότητα της κυβέρνησης στο σχεδιασμό και τη λήψη μέτρων.
«Η νοσηλεία επιβεβαιωμένων κρουσμάτων», επισημαίνει η Δ. Σταματέλου, «σημαίνει ότι τα τμήματα νοσηλείας των κρουσμάτων αυτών πρέπει να είναι χωροταξικά διαχωρισμένα, να μην επικοινωνούν με το υπόλοιπο νοσοκομείο. Το τμήμα να είναι πλήρως εξοπλισμένο με όλη την υποδομή που χρειάζεται, από παροχές οξυγόνου, μέχρι πιεσόμετρα, ηλεκτροκαρδιογράφο, ειδικούς αναπνευστήρες κ.ά.
Κατάλληλο σύστημα εξαερισμού. Δεν μπορεί ο ασθενής να περνάει από δέκα άλλα τμήματα για να πάει στο συγκεκριμένο τμήμα. Δεν μπορεί να είναι δίπλα σε άλλα τμήματα με ασθενείς χειρουργημένους, καρκινοπαθείς κ.ά. Ακόμα, πρέπει το προσωπικό να απασχολείται αποκλειστικά σε αυτά τα τμήματα, ώστε να έχει την εικόνα της πορείας του κάθε ασθενούς, να αποφευχθεί το ενδεχόμενο της διασποράς από το ένα τμήμα στο άλλο.
Ομως, σήμερα αυτοί οι ειδικοί χώροι είναι ελάχιστοι σε νοσοκομεία. Σε κάποια υπάρχουν μονάδες ειδικών λοιμώξεων και θάλαμοι για απομόνωση ασθενών με λοιμώδη μεταδοτικά νοσήματα, αλλά και αυτά δεν είναι ούτε όσα θα έπρεπε ούτε καλύπτουν τις ανάγκες της πανδημίας. Σε εμάς, στο Νοσοκομείο Νίκαιας, δεν υπάρχει τέτοιος χώρος ούτε σε κανονικές συνθήκες. Το έχουμε αναδείξει από την πρώτη στιγμή (Μάρτη) και ακόμα δεν έχει λυθεί. Ακόμα και το ιατρείο των Επειγόντων όπου εξετάζουμε τα ύποπτα κρούσματα είναι πολύ μικρό και δεν υπάρχει χώρος αναμονής».
Σε αυτό το σημείο η Μ. Αγρογιάννη εξηγεί ότι «είναι πάρα πολύ δύσκολο για το προσωπικό να δουλεύει για 8 ώρες και πάνω, φορώντας τον απαραίτητο εξοπλισμό. Η λύση εδώ είναι η αύξηση των εφημερευόντων γιατρών, ώστε να "σπάει" το ωράριο, να μπορεί να γίνει διάλειμμα. Επομένως και εδώ ερχόμαστε αντιμέτωποι με την ανάγκη για επιπλέον προσωπικό. Για παράδειγμα, πολλές φορές στο ιατρείο των Επειγόντων της Νίκαιας που υποδέχεται τους ασθενείς με πυρετό, που μέχρι αποδείξεως του εναντίου θεωρείται ύποπτο, ήταν ένας γιατρός και η βάρδια άλλαζε κάθε 12 ώρες».
Σε ό,τι αφορά το προσωπικό η Δ. Σταματέλου επισημαίνει ότι στα νοσοκομεία που δεν ήταν αναφοράς «το προσωπικό που "έβλεπε" τα ύποπτα κρούσματα δεν δούλευε αποκλειστικά εκεί αλλά έκανε βάρδιες και σε άλλα τμήματα. Εμείς είχαμε νοσηλεύτριες στα Παθολογικά τμήματα που τη μια βδομάδα κάνανε τις βάρδιες στο Παθολογικό και την επόμενη βδομάδα κάνανε και ένα 8ωρο στο Covid!».
Χαρακτηριστικές είναι και οι συνθήκες νοσηλείας των ύποπτων κρουσμάτων. Η Μ. Αγρογιάννη αναφέρει πως μέχρι τώρα «είχε διαμορφωθεί ένας μεγάλος θάλαμος σαν ένα ξεχωριστό τμήμα. Αυτό όμως γέμιζε συχνά και πηγαίνανε ύποπτα κρούσματα και σε διπλανά δωμάτια, όπου όμως δεν τηρούνται οι αποστάσεις, δεν είχαν δική τους τουαλέτα, δεν έκλεινε η πόρτα.
Τώρα βγήκε η υπουργική απόφαση που λέει να νοσηλεύουν επιβεβαιωμένα κρούσματα όλα τα νοσοκομεία. Σε εμάς, χωρίς να υπάρχει καμία ενημέρωση, ήρθε πριν από λίγες μέρες επιβεβαιωμένο κρούσμα, χωρίς κανείς να ξέρει πού θα νοσηλευτεί, πώς θα περάσει από τα Επείγοντα, ποιος θα το δει, ποιος γιατρός, ποια νοσηλεύτρια.
Πριν από λίγες μέρες η διοίκηση του νοσοκομείου αποφάσισε ότι στον θάλαμο που νοσηλεύονταν έως τώρα τα ύποπτα θα νοσηλεύονται τα επιβεβαιωμένα κρούσματα, τα οποία θα αναλαμβάνει η κλινική που εφημερεύει κάθε φορά και κάνει την εισαγωγή του ασθενούς. Στην πορεία της νοσηλείας τους έτσι δημιουργούνται πολλές δυσκολίες.
Π.χ. ο παθολόγος που εφημερεύει και έχει στην ευθύνη του αρκετούς άλλους ασθενείς, μπορεί και πάνω από 50, οποιασδήποτε πάθησης, θα βλέπει και τους ασθενείς με Covid. Το ίδιο και η νοσηλεύτρια του τμήματος! Φανταστείτε ο εφημερεύων να εξετάζει τα περιστατικά Covid και μετά να συνεχίζει στους υπόλοιπους ασθενείς! 'Η, ακόμα χειρότερα, να συμβεί κάτι επείγον σε ασθενή στο θάλαμο Covid, που είναι και το πιο πιθανό σενάριο, και να πρέπει πρώτα να φορέσει όλο τον απαραίτητο εξοπλισμό για να μπει μέσα.
Επίσης, αποφάσισαν να μπαίνουν τα ύποπτα περιστατικά σε κάποιο θάλαμο που θα εξασφαλίζει κάθε κλινική να υπάρχει. Που στον διπλανό θάλαμο θα νοσηλεύονται άλλοι ασθενείς. Που οι θάλαμοι στις Παθολογικές και στην Πνευμονολογική του νοσοκομείου δεν έχουν καν δική τους τουαλέτα. Υπάρχουν τουαλέτες μόνο στον διάδρομο. Καταλαβαίνετε τι σημαίνει να νοσηλεύονται τα ύποπτα κρούσματα σε δωμάτιο που δεν κλείνει η πόρτα, ή σε δωμάτιο με κοινές τουαλέτες με διπλανά δωμάτια!
Ολα τα παραπάνω συμβάλλουν στη διασπορά αντί να την εμποδίζουν».
Δεν υπάρχουν σχεδιασμός, πρόβλεψη, ενημέρωση
Η Δ. Σταματέλου τονίζει: «Δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός, καμία πρόβλεψη, καμία ενημέρωση. Πρακτικά το σχέδιό τους είναι "βλέποντας και κάνοντας", παρά το γεγονός ότι όλο το προηγούμενο διάστημα έχουμε καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις και αιτήματα. Δεν έχει γίνει τίποτα από αυτά».
Εδώ εντάσσεται και ένα ακόμα ημίμετρο του υπουργείου, να υποβάλλονται σε έλεγχο οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία που επιστρέφουν από άδεια. Την αναποτελεσματικότητά του ανέδειξε η Δ. Σταματέλου επισημαίνοντας πως, «πρώτον, ο εργαζόμενος από τη στιγμή που του γίνεται το τεστ μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα - περίπου ένα 24ωρο - δουλεύει κανονικά. Αρα, εάν είναι θετικός μπορεί να μεταδώσει τον ιό στους ασθενείς ή σε συναδέλφους του. Δεύτερον, θετικός στον ιό μπορεί να είναι και ένας εργαζόμενος που δεν έχει πάρει άδεια και να μην το ξέρει. Γι' αυτό λέμε ότι πρέπει να γίνονται περιοδικοί συστηματικοί έλεγχοι σε όλο το προσωπικό. Ξέρουμε ότι οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία έχουν πολλαπλάσιο κίνδυνο έκθεσης και νόσησης. Ηδη μετράμε εκατοντάδες συναδέλφους που έχουν βγει θετικοί στον ιό. Τελευταίο τραγικό συμβάν, ειδικευόμενη στη Λάρισα που διασωληνώθηκε». Ενα άλλο μεγάλο ζήτημα είναι ότι, λόγω των μεγάλων ελλείψεων του δημόσιου συστήματος Υγείας, η κυβέρνηση επέλεξε να αποτρέψει την επίσκεψη στα νοσοκομεία για ανθρώπους που έχουν άλλες ασθένειες, εκτός του Covid, με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις να επιδεινωθεί η υγεία τους.
Η Μ. Αγρογιάννη μάς λέει: «Κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος ουσιαστικά απέτρεψαν αυτούς τους ασθενείς να έρθουν στα νοσοκομεία. Το αποτέλεσμα ήταν μετά τους δύο μήνες να έρχονται σε πάρα πολύ άσχημη κατάσταση, γιατί είχαν σταματήσει προγραμματισμένες εξετάσεις, τα τακτικά ραντεβού, τα τακτικά χειρουργεία, είτε ήταν ασθενείς που ενώ θα έπρεπε να έρθουν στα Επείγοντα το καθυστερούσαν λόγω φόβου κ.ά.
Οι ασθενείς δεν έρχονταν είτε γιατί είχε ανασταλεί η λειτουργία των τακτικών ραντεβού αλλά και γιατί η ίδια η κυβέρνηση τους παρακινούσε να μην έρθουν, ουσιαστικά τους φόβιζαν με αυτά που τους έλεγαν».
«Υπάρχουν έρευνες», συμπληρώνει η Δ. Σταματέλου, «π.χ. στην Ιταλία, που συγκρίνουν τους καταγεγραμμένους θανάτους με αυτούς των προηγούμενων χρόνων, την ίδια περίοδο, και υπολογίζουν ήδη αύξηση, χωρίς τους καταγεγραμμένους θανάτους από Covid. Πιθανές εξηγήσεις είναι και ότι πρόκειται για μη επίσημα καταγεγραμμένους θανάτους από Covid, που δεν έγινε ποτέ η διάγνωση, αλλά και θανατηφόρα εξέλιξη άλλων ασθενειών που παραμελήθηκαν, δεν αντιμετωπίστηκαν έγκαιρα».
Διέξοδος η πάλη για ενιαίο, αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν σύστημα Υγείας
Κλείνοντας την κουβέντα και οι δύο υπογράμμισαν ότι αυτό που πρέπει να σημειωθεί με έμφαση είναι πως το δημόσιο σύστημα Υγείας έχει μεγάλες ελλείψεις και η κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα για να τις καλύψει.
Αυτό που απαιτείται είναι οι εργαζόμενοι και ο λαός να σπάσουμε τη μοιρολατρία και την ηττοπάθεια, να παλέψουμε για την προστασία της ζωής μας, για άμεση κρατική χρηματοδότηση του δημόσιου συστήματος Υγείας, για προσλήψεις μόνιμου προσωπικού όλων των κλάδων, κάλυψη όλων των αναγκών σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ), την άμεση λήψη μέτρων προστασίας της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς.
Να απαιτήσουμε και να διεκδικήσουμε ανάπτυξη ΠΦΥ και συνολικότερα ενιαίο, αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν σύστημα Υγείας με αξιοποίηση του συνόλου των επιστημονικών και τεχνολογικών επιτευγμάτων για την κάλυψη των σύγχρονων λαϊκών αναγκών στην πρόληψη, στην αντιμετώπιση κινδύνων στην πηγή τους, έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία - αποκατάσταση.
Μέσα από την ανάδειξη των τεράστιων ελλείψεων σε υλικοτεχνική υποδομή, εξοπλισμό και στελέχωση φωτίζουμε τον πραγματικό ένοχο για τα προβλήματα ασθενών και υγειονομικών. Με αυτήν τη γραμμή καλούμε τους εργαζόμενους, το ταξικά προσανατολισμένο συνδικαλιστικό κίνημα να αντιπαρατεθούν με κάθε λογής απολογητές του καπιταλισμού, οι οποίοι, έχοντας ξεμπροστιαστεί από την πρόσφατη πανδημία, θα ψελλίζουν λόγια για προσλήψεις και κάποια αύξηση της χρηματοδότησης αφήνοντας στο απυρόβλητο τον βασικό ένοχο των προβλημάτων στο σύστημα Υγείας: Την κυριαρχία των νόμων της αγοράς, των νόμων που θέλουν την υγεία και την ασθένεια πεδίο κερδοφορίας, επενδύσεων και ανταγωνισμού, που αντιμετωπίζουν τις δημόσιες δαπάνες για την υγεία ως περιττό, αντιαναπτυξιακό κόστος, την κυριαρχία της λογικής που θέλει την υγεία και τις υπηρεσίες υγείας εμπόρευμα και όχι κοινωνικό αγαθό που θα διασφαλίζεται σε όλους ισότιμα με βάση τις ανάγκες.
Comments